«Γνωστός τσαντάκιας της περιοχής Κολωνακίου
είναι ο αφαιρέσας βιαίως από Φιλιππινέζα εξερχομένη παντοπωλείου,
ικανή ποσότητα φτηνού τύρου φέτα Δομοκού, προελεύσεως Βερολίνου,
γνωστή διά σπεσιαλιτέ καλούμενη τυροκαυτερή».
Μέχρι εκεί έφτασα την αναφορά που παρέδωσα
στον άχρηστο το διευθυντή μου. Του εξηγούσα δηλαδή συμβολικά
ότι ο ληστής που μ’ έβαλε να εντοπίσω και να μπουζουριάσω
ήταν ο ιδιοκτήτης του μεζεδοπωλείου της προαναφερθείσας περιοχής
που τον τάιζε εδώ και χρόνια εκείνον τσάμπα ενώ από τους άλλους πελάτες
έπαιρνε και τα σώβρακα. Έτσι, μετά αυτή την ενδελεχή μου έρευνα κατηφόρισα
προς το σπίτι μου ίνα ξεκουραστώ.
Ενόσω βημάτιζα βραδέως, μαύρες σκέψεις ζάλιζαν το μυαλό μου.
Κάποιοι ισχυρίζονταν από καιρό ότι κυκλοφορούσε
μια ύπουλη ακρίβεια στην πόλη. Έπρεπε όμως να ήταν
καλά κρυμμένη για να μη μπορώ να την εντοπίσω εγώ.
Για να διώξω τις κακές σκέψεις για την ακρίβεια,
είπα να κάνω «σόπινγκ θέραπι» ακολουθώντας
τη φτηνή δικαιολογία που είχε προβάλει ανακρινόμενη
η μπουγαδοκλέφτρα συλληφθείσα επ’ αυτοφόρω προ μηνών
στην περιοχή Εκάλης.
Η υπόθεση με παρέμβαση του διευθυντή, για κάποιο,
ανεξήγητο λόγο μετά αποσιωπήθηκε.
Λίγες σκέψεις και ζάλες μετά, μετά βρισκόμουν στη λαϊκή αγορά
για ν’ αγοράσω τρεις ντομάτες, όπως μου είχε παραγγείλει
το πρωί η σύζυγός μου. Αλλά δεν πρόλαβα να εκπληρώσω
αυτή την αποστολή, γιατί τα κηπευτικά αυτά είχαν γίνει
για κάποιο λόγο ανάρπαστα. Άκουσα, μετά από έρευνα,
ότι είχε μείνει μόνο μία, έσπευσα, την εντόπισα
και στάθηκα μπροστά στον πάγκο να την κομπλάρω και να μου παραδοθεί.
Τότε μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας μ’ αυτό που είδα μπροστά μου.
Αλλά το αλάνθαστο αστυνομικό μου δαιμόνιο έδρασε πάλι
και σ’ εκείνη την κρίσιμη στιγμή εντόπισε την αιτία
που αυτό το ζαρζαβατικό είχε γίνει ανάρπαστο:
Οι μανάβηδες έβαφαν τη σχετική πραμάτεια τους
με ειδικό χρώμα ώστε να ταιριάζει στην όψη με την υψηλή τιμή της.
Οι γυναίκες κολακευμένες αγόραζαν ντομάτες για χρυσαφικό.
Εξού και η εξαφάνισίς τους από τους πάγκους της αγοράς.
Διέθεταν και ειδική προσφορά στο κοτσάνι. Φυσικά εγώ γύρισα την πλάτη
στην υπόθεση και αποχώρησα εις ένδειξιν διαμαρτυρίας.
Παρεμπιπτόντως είδα κι άλλους πρωτότυπους τρόπους των μαναβαίων
προκειμένου να τραβήξουν την προσοχή του κοινού.
Αλλά εγώ, πιστός στο στεφάνι μου, δεν τσίμπησα.
Αργότερα, στο σπίτι όμως, με χτύπησε αλύπητα η βαριά μοίρα
που επιφυλάσσεται για τον αγαθό τίμιο άνδρα:
Η γυναίκα μου στο σπίτι, αντί να επιβραβεύσει τη σθεναρή αντίστασή μου
στις προκλήσεις που είχα αντιμετωπίσει, βρήκε ευκαιρία βλέποντάς με
να κρατώ άδειο το καλάθι της νοικοκυράς στο χέρι και μ’ έβρισε χυδαία
που δεν της είχα χαρίσει κανένα κόσμημα από το αρραβώνα μας και δώθε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου