Τις τελευταίες μου στιγμές δίπλωσα στο χαρτί μου, ένα φιλί ζωγράφισα κι έφυγα απ’ τη ζωή μου. Των αστεριών συνθήματα χτυπήσαν οι γροθιές μου, μετρήσαν τα αιτήματα απ' τις παλιές χρονιές μου. Ό,τι γυαλίζει απ’ τα σπαθιά στου πόλεμου τα μάτια, είναι το χρήμα στη σκιά, η αλήθεια στην πραμάτεια. Ό,τι προδίδει τη σπρωξιά απ' του γκρεμού τα χείλη, είναι τα λόγια τα φτηνά όσων ντυθήκαν φίλοι. Κραυγές απ' τα διαλείμματα / απ' τα παλιά σχολεία, έξω απ' τα υπουργεία, στην Πατησίων βήματα / στα στήθη μας θηρία του εβδομήντα τρία. Τα όνειρα βαρέθηκαν κι έφυγαν απ' το στρώμα. Όσοι δεν αγωνίζονται ας μην τα δουν ακόμα, τα χείλη που δε σφίχτηκαν ποτέ μη φιληθούνε κι όσοι ποτέ δεν ξύπνησαν ας μην ονειρευτούνε. Το τζάμι χτύπαγαν πουλιά με τα φτερά βρεγμένα και οι οθόνες ούρλιαζαν πως είναι οπλισμένα. Στο συρματόπλεγμα κορμιά που έχασαν πατρίδες. Δάκρυ ποτέ δε έσταξαν τίτλοι σ' εφημερίδες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου